Σάββατο 3 Δεκεμβρίου 2011

Δραστηριότητα για τους μαθητές της Β΄Γυμνασίου. Ομήρου Ιλιάδα, ραψωδία Ζ

Να παρατηρήσετε τις δύο εικόνες και να εντοπίσετε ομοιότητες και διαφορές.
Ποια από τις δύο αναπαριστά πιο πιστά τη συνάντηση των δύο συζύγων;

Έκτορας και Ανδρομάχη

ΡΑΨΩΔΙΑ Ζ 

 ΣΤΙΧΟΙ: 369-529

ΑΝΑΛΥΣΗ ΣΤΙΧΩΝ

Στ. 369-389: Η αναζήτηση της Ανδρομάχης από τον Έκτορα
Ο Έκτορας έχει ήδη μιλήσει με τον Πάρη. Λίγο πριν βγει στη μάχη λοι-πόν , έχοντας στο μυαλό του ότι ίσως αυτή είναι η τελευταία του ευκαι-ρία να αγκαλιάσει και να φιλήσει τη γυναίκα του και το γιο του, τρέχει να τους δει και να τους αποχαιρετήσει. Ψάχνει να τους βρει στο παλάτι. Όπως όμως μας εκμυστηρεύεται ο ποιητής, η Ανδρομάχη βρίσκεται μαζί με τον Εκτορίδη, το γιο του Έκτορα, Αστυάνακτα και την τροφό στον πύργο. Ο Όμηρος μας κάνει γνώστες αυτού του μυστικού και για να επι-τείνει την αγωνία του αναγνώστη, αλλά και για να δώσει έμφαση στον αντίχτυπο που είχαν τα πολεμικά γεγονότα στους ανθρώπους που έμεναν πίσω. Ο Έκτορας δε γνωρίζει τίποτε από όλα αυτά και ζητά πληροφορίες από μια οικονόμο. Διατυπώνει λοιπόν μια σειρά από άστοχα ερωτήματα, που ενώ είναι εύστοχα και αληθοφανή, στην πραγματικότητα δεν οδη-γούν στη σωστή απάντηση. Ο Όμηρος επέλεξε τη μέθοδο αυτή για να το-νίσει το πού πραγματικά βρίσκεται η Ανδρομάχη εκείνη τη στιγμή και να μεγαλώσει την αγωνία των αναγνωστών. Η οικονόμος τελικά απαντά σε όλες τις άστοχες ερωτήσεις του Έκτορα και δίνει και επιπλέον πληροφο-ρίες. Έτσι του αναφέρει την αιτία που οδήγησε την Ανδρομάχη στα τείχη ( νίκες Αχαιών ) , την ψυχολογική κατάσταση στην οποία βρίσκεται (γε-μάτη αγωνία ) και τέλος ότι δεν είναι μόνη της εκεί, ( με το γιο τους και την τροφό ).

Στ. 390-403: Η συνάντηση Έκτορα – Ανδρομάχης στις Σκαιές πύλες
Ο Έκτορας ανυπομονεί να δει την οικογένειά του. Φτάνοντας, η Ανδρο-μάχη προβάλλει ξαφνικά μπροστά του. Ο Όμηρος, παρατείνοντας την αγωνία όλων μας δεν προχωρά στην αφήγηση της συνάντησής τους, αλ-λά προτιμά να μας δώσει κάποιες πληροφορίες για την καταγωγή της Ανδρομάχης, ενώ για τον Αστυάνακτα μαθαίνουμε ότι ήταν ένα όμορφο μωρό και κάποια επιπρόσθετα στοιχεία για το όνομά του ( Σκαμάνδριο τον αποκαλούσαν οι γονείς του, από τον ποταμό Σκάμανδρο, που λα-τρευόταν ως θεός- προστάτης της πόλης και Αστυάνακτα τον ονόμαζαν οι Τρώες, βασιλιά της πόλης, προς τιμήν του πατέρα του που υπεράσπιζε την Τροία.

Στ. 404-439: Η πρόταση της Ανδρομάχης
Η Ανδρομάχη είναι θλιμμένη και ανήσυχη. Κλαίει, είναι φοβισμένη, γνωρίζει βαθιά μέσα της ότι αυτή είναι η τελευταία φορά που βλέπει τον Έκτορα. Η αγάπη για τον άντρα της την οδηγεί στο να προσπαθήσει να τον πείσει να μην επιστρέψει στη μάχη. Επειδή όμως ξέρει πως ο Έκτο-ρας δε θα την ακούσει, χρησιμοποιεί άλλους τρόπους για να τον μετα-πείσει. Αρχικά του λέει ότι οι Αχαιοί θα ορμήσουν και θα τον σκοτώ-σουν, αφήνοντας έτσι την ίδια χήρα και το παιδί τους ορφανό (προοικο-νομία). Θέλει να τον ταρακουνήσει συναισθηματικά και να του υπενθυ-μίσει ότι δεν έχει χρέος μόνο απέναντι στην πατρίδα, αλλά και απέναντι στην οικογένειά του. Κατόπιν παραθέτει τα δεινά που η ίδια έχει ζήσει, για τα οποία υπεύθυνος είναι ο Αχιλλέας, αφού εκείνος της ξεκλήρισε όλη την οικογένεια (επίκληση στο συναίσθημα). Επαναλαμβάνει το φόβο της ότι θα μείνει χήρα και ο Αστυάνακτας ορφανός, για να τονίσει ξανά αυτή την τραγική προοπτική. Κατά βάθος, παρά τις προσπάθειές της, πα-ρά τους ψυχολογικούς και συναισθηματικούς εκβιασμούς, γνωρίζει ότι ο Έκτορας θα γυρίσει στη μάχη. Η δική της πρόταση λοιπόν είναι να μη φύγει από την Τροία, να πολεμήσει μέσα στην πόλη και να τοποθετήσει στα πιο ευάλωτα σημεία του τείχους τους πιο καλούς του άντρες.

Στ. 440-465: Η απάντηση του Έκτορα
Ο Όμηρος παρουσιάζει τον Έκτορα με τέτοιο τρόπο, ώστε από την πρώ-τη στιγμή, αν και Τρώας, να μας είναι συμπαθής και αγαπητός. Ιδιαίτερα όταν μιλάει στη γυναίκα του με αγάπη και τρυφερότητα, αλλά και από το αίσθημα τιμής που τον διακατέχει. Έτσι εκφράζει την κατανόησή του για όσα είπε η Ανδρομάχη, αλλά δεν πρόκειται να κάνει αυτά που του πρό-τεινε. Αν δεν εμφανιστεί στη μάχη θα είναι υπεύθυνος για όσα θα ακο-λουθήσουν και η κοινωνική κατακραυγή μεγάλη, πράγμα που ισοδυναμεί με ατίμωση. Νιώθει επίσης την υποχρέωση να αυξήσει τη δόξα του πατέ-ρα του και τη δική του. Η αξιοπρέπεια, η τιμή και η υστεροφημία αποτε-λούν σημαντικές αξίες γι’ αυτόν. Ειλικρινής καθώς είναι δε λέει στην Ανδρομάχη ούτε για μια στιγμή ψέματα για να απαλύνει τον πόνο της. Και δικές του προβλέψεις είναι δυσοίωνες για το μέλλον. Η Τροία θα αλωθεί και οι δικοί του θα σκοτωθούν (προοικονομία). Τίποτε όμως δεν τον φοβίζει και δεν τον πληγώνει τόσο όσο η εικόνα της Ανδρομάχης να σύρεται στη σκλαβιά, να αναγκάζεται να υφαίνει αυτή μια βασίλισσα, σαν κοινή δούλα. Τρομάζει στην ιδέα ότι η γυναίκα του θα χάσει την τω-ρινή της δόξα κι εκείνος δε θα μπορεί να κάνει τίποτε για να το αλλάξει αυτό. Συγκινησιακά φορτισμένος, δηλώνει, ότι από το να τα δει όλα αυτά να γίνονται, προτιμά να πεθάνει. Πρόκειται για τον κλασικό ήρωα της ομηρικής εποχής , ο οποίος δε φοβάται τόσο το θάνατο, όσο τη ζωή μέσα στην ταπείνωση.

Στ. 466-484: Ο Έκτορας με το γιο του
Οι δύο σύζυγοι είναι θλιμμένοι. Η ατμόσφαιρα βαριά. Το κλίμα όμως αλλάζει όταν ο Έκτορας σαν πατέρας στρέφεται προς το παιδί του και απλώνει τα χέρια του δείχνοντάς του την αγάπη του. Εκείνο φωνάζει και αρνείται να πάει κοντά του, γιατί τον φοβήθηκε όπως τον είδε με την πε-ρικεφαλαία. Οι δύο σύζυγοι γελούν. Ο Έκτορας βγάζει αμέσως την περι-κεφαλαία, φιλάει τον Αστυάνακτα τρυφερά και τον χορεύει στα πόδια του. Μετά από αυτές τις γλυκιές οικογενειακές στιγμές, στρέφεται προς τους θεούς και παρακαλάει το Δία και όλους τους υπόλοιπους, να κάνουν το γιο του μεγάλο και δυνατό βασιλιά της Τροίας και γενναίο πολεμιστή, όπως άλλωστε ήταν και ο ίδιος. Σαν πατέρας θέλει το παιδί του να τον ξεπεράσει σε αξιοσύνη κι έτσι να δίνει χαρά στη μάνα του. Ονειρεύεται για το γιο του μια ζωή μακροχρόνια και ένδοξη, βλέπει το μέλλον με αι-σιόδοξη διάθεση. Τέλος δίνει τον Αστυάνακτα στην Ανδρομάχη, που από τη μια γελάει με το παιδί που έχει στα χέρια της και από την άλλη κλαίει για τη σκληρή τους μοίρα.

Στ. 484-493: Ο αποχαιρετισμός Έκτορα – Ανδρομάχης
Ο Έκτορας παρουσιάζεται γλυκός και τρυφερός προς τη γυναίκα του και προσπαθεί να την παρηγορήσει. Της λέει ότι δεν πρέπει να στενοχωριέ-ται, γιατί δεν πρόκειται να πεθάνει παρά μόνο όταν έρθει η ώρα του, ό-πως όλοι οι άνθρωποι και καταλήγει μ’ ένα γνωμικό: « ο άνθρωπος είτε ανδρείος είναι είτε δειλός, δεν μπορεί να αποφύγει τη μοίρα του». Άλλος ένας λοιπόν παράγοντας εξίσου σημαντικός με την αξιοσύνη του κάθε πολεμιστή, είναι και η μοίρα που καθορίζει τον τελικό νικητή των μονο-μαχιών και το ποιος θα μείνει ζωντανός. Αν το έχει η μοίρα του γραμμέ-νο να πεθάνει, ο θάνατος θα τον βρει ακόμη και μέσα στο σπίτι του. Στη συνέχεια προτρέπει τη γυναίκα του να πάει στο σπίτι και να ασχοληθεί με τα δικά της έργα: την ηλακάτη, τον αργαλειό και το νοικοκυριό. Της δη-λώνει ξεκάθαρα ότι εκείνος θα πάει να πολεμήσει, γιατί αυτό είναι το κα-θήκον του, όπως το δικό της είναι η φροντίδα του σπιτιού και του παιδιού τους.

Στ. 494-502: Θρήνος για τον Έκτορα
Ο Έκτορας φορά πάλι την περικεφαλαία του και γίνεται ξανά ο ατρόμη-τος πολεμιστής. Η Ανδρομάχη ρίχνοντας κλεφτές ματιές στον άντρα της που απομακρύνεται, είναι σίγουρη πως αυτός βαδίζει προς το θάνατο, ότι δε θα τον ξαναδεί, γι’ αυτό τον κοιτάζει όσο το δυνατόν περισσότερες φορές. Φτάνοντας στο παλάτι βρίσκει και τις άλλες γυναίκες εκεί και ό-λες μαζί αρχίζουν να θρηνούν τον Έκτορα. Οι στίχοι «απ’ τον πόλεμον κι απ’ τ’ ανδρειωμένα χέρια των Αχαιών δε θα σωθεί και δε θα γύρει πλέ-ον» είναι προφητικοί.

Στ. 503-529: Η συνάντηση Πάρη – Έκτορα
Ο Πάρης βρισκόταν στο δωμάτιό του μέχρι που ο Έκτορας πέρασε από εκεί για να του θυμίσει με σκληρά και επικριτικά λόγια την ευθύνη του για όσα συμβαίνουν και το καθήκον του να ξαναπάρει τη θέση του στη μάχη. Ζωσμένος με τον οπλισμό του βαδίζει γρήγορα σαν να έχει φτερά στα πόδια του. Κύρια χαρακτηριστικά του η ορμητικότητα,η περηφάνια, η ομορφιά (λάμπει σαν ήλιος). Συναντάει τον αδερφό του γεμάτος αγω-νία μήπως έχει αργήσει. Ο Έκτορας βλέποντας τον Πάρη να έχει αναλά-βει τις ευθύνες του και να είναι έτοιμος να πολεμήσει, δεν του μιλάει σκληρά. Τον αποκαλεί «γλυκέ μου» για να του δείξει την αγάπη του και αναγνωρίζει την ανδρεία του («ανδρειωμένος είσαι»). Δηλώνει ενοχλη-μένος καθώς αποφεύγει τη μάχη κι έτσι δίνει αφορμή να τον κατηγορή-σουν οι Τρώες, που έχουν μπει στον πόλεμο εξαιτίας του. Όταν όμως τον βλέπει να αναλαμβάνει τις ευθύνες του αισιοδοξεί, ότι με τη θέληση του Δία όλα θα διορθωθούν (έμμεση παράκληση), η πόλη θα σωθεί κι οι Α-χαιοί θα γυρίσουν στην πατρίδα τους. Τότε οι ίδιοι θα μπορούν να χαίρο-νται τη ζωή και να κάνουν θυσίες στους θεούς (ειρωνεία).

Ενότητα 7: Η λύση του γόρδιου δεσμού

Τρίτη 29 Νοεμβρίου 2011

Ο μικρός πρίγκιπας και η αλεπού

Πέμπτη 17 Νοεμβρίου 2011

Ερμής και Καλυψώ

Οδυσσέας και Καλυψώ στο ακρογιάλι

ΟΜΗΡΟΥ ΙΛΙΑΔΑ

ΟΜΗΡΟΥ ΟΔΥΣΣΕΙΑ

Σάββατο 12 Νοεμβρίου 2011

ΡΑΨΩΔΙΑ Γ

 ΣΤΙΧΟΙ: 121-244

Στ. 121-140: Η ειδοποίηση της Ελένης από την Ίριδα
Η Ίριδα (αγγελιαφόρος των θεών) μεταφέρει στην Ελένη το μήνυμα της μονομαχίας του Μενέλαου με τον Πάρη. Εμφανίζεται με τη μορφή της Λαοδίκης, της αδερφής του Πάρη. Τη βρίσκει να υφαίνει κάτι που αναπαριστά με εξωραϊσμένο τρόπο το θα¬νατικό που έχει σπείρει η παρουσία της στο παλάτι του βασιλιά Πρίαμου. Το ύφος της είναι οικείο ( «γλυκειά μου» ). Την προετοιμάζει για το θέαμα που θα ακολουθή¬σει. Οι πολεμιστές είναι ήρεμοι, αγωνιούν γιατί ίσως ο συγκεκριμένος αγώνας φέρει πιο γρήγορα τη μέρα του γυρισμού. Η επικείμενη μονομαχία πλησιάζει. Έπαθλο θα είναι η ίδια η Ελένη. Τελειώνοντας το λόγο της η Ίριδα, φροντίζει να γεμίσει την ψυ-χή της με εικόνες και αναμνήσεις από την προηγούμενη ζωή της, που τώρα έχει σπά-σει σε χίλια κομμάτια.

Στ. 141-160: Η Ελένη σπεύδει στα τείχη
Η Ελένη γεμάτη νοσταλγία δακρύζει. Σαν γνήσια αριστοκράτισσα καλύπτει τα φυ¬σικά της κάλλη από τα αδιάκριτα βλέμματα των ανδρών. Φοράει στο κεφάλι της μα¬ντίλι γνωρίζοντας ότι θα συναντήσει τους άρχοντες της Τροίας. Επίσης σύμφωνα με το τυπικό της ομηρικής εποχής, παίρνει ως ακολούθους και δύο υπηρέτριες για να τη συνοδεύσουν στον τόπο της συνάντησης. Όταν φτάνει στις Σκαιές πύλες, όλοι οι πρωτογέροντες της Τροίας, μαζί και ο βασιλιάς Πρίαμος είναι ήδη συγκεντρωμένοι εκεί. Ο Όμηρος μας παρουσιάζει με γλαφυρό τρόπο την μεγάλη ηλικία τους παρο¬μοιάζοντάς τους με τζιτζίκια που με τη συνεχή βοή τους κάνουν ατελείωτη φασαρία, εννοώντας με αυτό τον τρόπο ότι συζητούν ασταμάτητα. Η άφιξη της Ελένης και το απίστευτο κάλλος της αναγκάζουν τους γέροντες να χαμηλώσουν την ένταση της φω¬νής τους και να προβούν σε χαμηλόφωνα – σαν θροΐσματα φύλλων – σχόλια. Η ο-μορφιά της Ελένης δεν μπορεί να περιοριστεί μέσα στις γνωστές ανθρώπινες λέξεις και το μόνο που μπορεί να κάνει ένας απλός θνητός είναι να μένει άφωνος μπροστά σε μια τέτοια θεϊκή ομορφιά. Ο ποιητής χωρίς να δίνει κανένα περιγραφικό στοιχείο, μόνο με το λεκτικό θαυμασμό των γερόντων, πετυχαίνει απόλυτα το σκοπό του, εξά¬πτει τη φαντασία του θεατή, ανυψώνοντας την ομορφιά της Ελένης και κάνοντας το όνομά της συνώνυμο της ομορφιάς. Αρχικά οι πρωτογέροντες , χαρακτηριστικό δείγμα του αντρικού φύλου, μεγαλοστομούν μάλλον απερίσκεπτα λέγοντας ότι μια τέτοια ομορφιά είναι ικανή να κάψει δυο ολόκληρα στρατόπεδα. Δεν αργούν όμως να συνετιστούν, καθώς καταλαβαίνουν λόγω της εμπειρίας και της σοφίας που διαθέ¬τουν , ότι τόση ομορφιά αποτελεί δηλητήριο και φαρμακώνει τα ίδια τους τα παι-διά.Γι’ αυτό πρέπει να το αποβάλουν γρήγορα από τον οργανισμό τους.

Στ. 161-177: Συνάντηση Πρίαμου – Ελένης
Ο Πρίαμος καλεί κοντά του την Ελένη και της ζητάει να του υποδείξει μέσα στο πλή-θος τον πρώην άντρα της, τους συγγενείς και τους φίλους της. Στη συνέχεια της δη-λώνει ότι εκείνη δεν έχει καμιά ευθύνη για ότι συμβαίνει, μετατοπίζοντας το βάρος της ευθύνης και των ενοχών στους θεούς. Αυτούς θεωρεί αποκλειστικά υπεύθυνους για τις κακές επιλογές της Ελένης. Έπειτα αλλάζει αμέσως θέμα συζήτησης και της ζητά να κατονομάσει έναν άντρα από το αντίπαλο στρατόπεδο που στα μάτια του φα-ντάζει βασιλιάς. Τα λόγια του Πρίαμου έρχονται σε αντίθεση με την επικρατούσα αντίληψη της ομηρικής εποχής για το ρόλο των θεών, γιατί αφενός οι θεοί παρεμβαί-νουν στα ανθρώπινα χωρίς όμως να αλλάζουν τα γεγονότα, αφετέρου και η Ελένη δεν είναι άμοιρη ευθυνών. Ίσως ο ποιητής θέλει να παρουσιάσει τον Πρίαμο έτσι, γιατί ήδη η Ελένη αισθάνεται πολλές ενοχές και με την ευγένεια του ο γερο – βασιλιάς θέ-λει να την κάνει να νιώσει λίγο καλύτερα.. Από την άλλη η Ελένη τρέφει γλυκύτατα συναισθήματα για τον Πρίαμο (τον αποκαλεί « γλυκέ πεθερέ » ) και χωρίς κανένα πρόβλημα του υποδεικνύει το Μενέλαο. Νιώθει σεβασμό και δέος για το βασιλιά, ταυτόχρονα όμως δεν μπορεί να κρύψει και τις ενοχές που νιώθει για τις πράξεις του παρελθόντος. Η ίδια φαίνεται να σηκώνει μόνη της το βάρος των πράξεων της. Προ-τιμά να δει τον εαυτό της νεκρό παρά να υπολογίσει τα ατελείωτα λάθη της. Στην ου-σία απαξιώνει τν ίδια της τη ζωή, νιώθει πόνο και στενοχώρια, εύχεται να τελειώσει με οποιοδήποτε τρόπο αυτός ο ζωντανός εφιάλτης.

Στ. 178-190: Διάλογος για τον Αγαμέμνονα
Ο άντρας που μοιάζει με βασιλιάς είναι ο Αγαμέμνονας. Τον υποδεικνύει στον πεθε-ρό της, τον ονομάζει «κραταιό», «καλό βασιλιά» και «ανδρείο πολέμαρχο». Καθώς θυμάται τη μεταξύ τους συγγένεια ο πόνος και οι τύψεις μεγαλώνουν, γι ‘ αυτό χαρα-κτηρίζει τον εαυτό της «σκύλα». Ο Πρίαμος αποκαλεί τον Αγαμέμνονα ευτυχισμένο, θεαγάπητο, καλόμοιρο. Φαίνεται να τον θαυμάζει αλλά και να τον ζηλεύει, που ηγεί-ται ενός τόσου πολυάριθμου στρατού, όσο ο ίδιος δεν είχε ποτέ ηγηθεί, ούτε όταν πο-λεμούσε με τους Φρύγες εναντίον των Αμαζόνων (αναπόληση παρελθόντος, κυρίως σε ηλικιωμένους λόγω ηλικίας). Τα λόγια του Πρίαμου για τον Αγαμέμνονα υπηρε-τούν μια διπλή σκοπιμότητα: από τη μια ικανοποιούν το πατριωτικό αίσθημα και α-νυψώνουν την περηφάνια του ακροατηρίου, θυμίζοντας ένδοξες στιγμές, από την άλ-λη καταδεικνύουν την αντίληψη της ομηρικής εποχής για ηθική και πνευματική ανω-τερότητα, καθώς θεωρούνταν απόλυτα φυσιολογικό ένας ηγέτης να θαυμάζει έναν άλλο.

Στ. 191-224: Διάλογος για τον Οδυσσέα και τον Μενέλαο
Έπειτα ο Πρίαμος ρωτά για έναν άλλο άνδρα, που υστερεί σε ανάστημα σε σχέση με τον Αγαμέμνονα, αλλά έχει φαρδιούς ώμους και πλατιά στήθη (σημάδια αντρισμού και δύναμης). Τον παρομοιάζει με «τρανό δασύμαλλο κριάρι». Η Ελένη αποκαλύπτει ότι είναι ο Οδυσσέας από την Ιθάκη και δηλώνει ότι είναι πολυμήχανος, ιδιαίτερα ικανός στη σκέψη, πανούργος, πονηρός και στα τεχνάσματα εξαπάτησης πρώτος. Στη συνέχεια ο γέροντας Αντήνορας παίρνει το λόγο και περιγράφει τον Οδυσσέα και το Μενέλαο. Και οι δύο τον είχαν επισκεφθεί, μάλλον πριν τον πόλεμο, για να ζητήσουν την Ελένη, κάνοντας μια τελευταία προσπάθεια για να λυθούν οι διαφορές Αχαιών και Τρώων με διαπραγματεύσεις. Από αυτή τη συνάντηση ο Αντήνορας σχημάτισε την άποψη ότι οι δύο αρχηγοί ήταν συνετοί και σώφρονες. Ο Μενέλαος πιο ψηλός, ο Οδυσσέας πιο επιβλητικός. Ο πρώτος μιλούσε γλυκά και κοφτά, ο δεύτερος όμως ή-ταν πραγματικός ρήτορας. Στην αρχή βέβαια φάνηκε οργισμένος σα να φοβόταν να τους αντικρίσει, μα ξαφνικά όταν άρχισε να μιλάει όλοι εντυπωσιάστηκαν από τη δυ-νατή φωνή του και τη δεινότητά του στο λόγο.

Στ. 225-233: Διάλογος για τον Αίαντα και τον Ιδομενέα
Ο Πρίαμος ξεχωρίζει επίσης την επιβλητική κορμοστασιά του Αίαντα. Η Ελένη τον αποκαλεί « στήριγμα των Αχαιών».Δίπλα του είναι ο Ιδομενέας που τον γνωρίζει προσωπικά και χωρίς να ερωτηθεί, λέει ότι στέκεται σα θεός μέσα στους Κρήτες και ότι ο άντρας της τον είχε φιλοξενήσει πολλές φορές. Η Ελένη φαίνεται να αναπολεί ευτυχισμένες στιγμές από το γάμο της. Ίσως ο ποιητής να υπονοεί ότι η Ελένη δε σταμάτησε ποτέ να αγαπά το Μενέλαο και αν γυρίσει ποτέ κοντά του, θα είναι από αγάπη και όχι επειδή αποτέλεσε το έπαθλο σε μια μονομαχία.

Στ. 234-244: Αναφορά στον Κάστορα και στον Πολυδεύκη
Η Ελένη παρασυρμένη από το συναίσθημα αρχίζει να μιλάει για τα αδέρφια της, τον Κάστορα και τον Πολυδεύκη. Ψάχνει να τους βρει μέσα στο πλήθος και αυτό δείχνει τη νοσταλγία και τη μοναξιά που βιώνει. Θα ήθελε τις δύσκολες στιγμές που περνάει να τις μοιραζόταν με τα αδέρφια της. Δεν τους βλέπει και θεωρεί ότι δε θέλουν να εμφανιστούν στις μάχες από ντροπή για τις δικές της πράξεις. Δυστυχώς η αλήθεια είναι πως και τα δυο της αδέρφια είναι νεκρά.

Χαρακτηρισμοί

Πρίαμος: άνθρωπος με ευγένεια ψυχής και ανωτερότητα ήθους, μεγαλόψυχος, συ-μπονετικός αντικειμενικός, πράος, γλυκός, μιλάει με θαυμασμό για τους αντιπάλους του, χωρίς κανένα ίχνος αλαζονείας και υπεροψίας.

Ελένη: μετανοημένη για τις πράξεις της , έχει συνειδητοποιήσει τις τραγικές συνέπει-ες των λαθών της, νοσταλγεί τον άντρα και το σπίτι της και τέλος θαυμάζει κι αυτή τους αρχηγούς των Αχαιών και αγωνιά για τα αδέρφια της.

Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2011

Δραστηριότητα για τους μαθητές της Β΄Γυμνασίου

• Παρατηρήστε προσεκτικά τις δύο εικόνες . Πώς παρουσιάζεται ο Αχιλλέας σε κάθε μία; Βρείτε ομοιότητες και διαφορές.

• Φανταστείτε ότι υποδύεστε τον Αχιλλέα σε μία θεατρική παράσταση του σχολείου σας. Ποιον χαρακτήρα του ήρωα θα επιλέγατε και γιατί;

• Γράψτε ένα θεατρικό μονόλογο (60-80 λέξεις) όπου θα εκφράζετε τα συναισθήματα και τις σκέψεις σας ως Αχιλλέας.( Το ύφος του κειμένου φροντίστε να είναι ανάλογο με το χαρακτήρα που έχετε επιλέξει)

Συνάντηση Αχιλλέα - Θέτιδας

Η φιλονικία Αχιλλέα- Αγαμέμνονα

Τετάρτη 19 Οκτωβρίου 2011

ΡΑΨΩΔΙΑ Α

Στίχοι :307-349

(Περίληψη)
Ο Αχιλλέας γυρίζει στη σκηνή του και ο Αγαμέμνονας βάζει τη Χρυσηίδα σε πλοίο και τη στέλνει πίσω. Κατόπιν δίνει εντολή να γίνουν οι απαραίτητοι καθαρμοί στο στρατόπεδο και οι θυσίες προς τον Απόλλωνα. Παράλληλα στέλνει τους κήρυκές του να πάνε να πάρουν τη Βρισηίδα από τον Αχιλλέα. Εκείνοι ντρέπονται μόλις τον αντικρίζουν και σιωπούν.Τους απευθύνει όμως αυτός πρώτος το λόγο, γνωρίζοντας ότι δε φταίνε εκείνοι και εκφράζει απροκάλυπτα την οργή του εναντίον του Αγαμέμνονα. Θεωρεί πως αυτός θα είναι από εδώ και πέρα αποκλειστικά υπεύθυνος για όποια συμφορά ακολουθήσει και αναθέτει στον Πάτροκλο να τους δώσει τη Βρισηίδα, η οποία φεύγει μαζί τους περίλυπη.


Στίχοι :350-431

Περίληψη
Ο Αχιλλέας κλαίει μόνος στο ακρογιάλι και με τα χέρια απλωμένα στο πέλαγος καλεί τη μητέρα του , Θέτιδα. Μονολογεί πως αφού ο Δίας όρισε γι’ αυτόν να πεθάνει νέος, δεν έπρεπε να επιτρέψει στον Αγαμέμνονα να τον ατιμάσει. Τότε εμφανίζεται η Θέτιδα μέσα από τη θάλασσα και ζητάει να μάθει την αιτία της λύπης του. Ο Αχιλλέας της εξηγεί όλα όσα έχουν συμβεί( διανομή λαφύρων, άφιξη και ικεσία Χρύση για να πάρει πίσω την κόρη του, λοιμός Απόλλωνα, διαμάχη με τον Αγαμέμνονα, επιστροφή Χρυσηίδας, ανταλλαγή με τη δικό του δώρο, τη Βρισηίδα).Της ζητάει λοιπόν να πει στο Δία να βοηθήσει τους Τρώες να αφανίσουν τους Αχαιούς, ώστε να καταλάβουν όλοι την αξία του και το λάθος τους. Η Θέτιδα κλαίει για όσα συμβαίνουν στο γιο της και του υπόσχεται να μιλήσει στο Δία, αλλά θα πρέπει να περιμένει για 12 μέρες, αφού οι θεοί έχουν πάει στους Αιθίοπες.

Ανάλυση στίχων

Στ. 350-357: Η δέηση του Αχιλλέα προς τη μητέρα του
Ο Αχιλλέας στέκεται ολομόναχος μακριά από τους άλλους και κοιτάζει τη θάλασσα. Προσεύχεται στη μητέρα του. Τα λόγια του εκφράζουν ένα βαθύ παράπονο. Αρχικά θυμάται ότι είναι η μοίρα του να ζήσει λίγο και θεωρεί ότι σ’αυτή τη σύντομη ζωή θα έπρεπε να ζήσει με τιμή. Ο Δίας όφειλε να φροντίσει γι’ αυτό και δεν θα έπρεπε να αφήσει τον Αγαμέμνονα να του πάρει τη Βρισηίδα

Στ. 358-364: Η εμφάνιση της Θέτιδας
Η προσευχή του Αχιλλέα εισακούεται άμεσα. Η Θέτιδα αναδύεται από τη θάλασσα για να παρηγορήσει το γιο της και να μάθει από τον ίδιο τι συνέβη. Βέβαια λόγω της θεϊκής της υπόστασης γνωρίζει από πριν τα πάντα, αλλά τον αφήνει να της τα πει όλα από την αρχή για να τον κάνει να αισθανθεί καλύτερα.

Στ. 365-393: Τα παράπονα του Αχιλλέα
Μιλάει για την αιτία της φιλονικίας του με τον Αγαμέμνονα, για ό,τι προηγήθηκε και ό,τι ακολούθησε: την ταπείνωση του Χρύση, το θεϊκό λοιμό, την προφητεία του Κάλχα την επιστροφή της Χρυσηίδας, τη βίαιη αρπαγή της Βρισηίδας.Στο λόγο του ο ίδιος αυτοπαρουσιάζεται ως μυαλωμένος και ανδρείος, αποφεύγοντας όμως να μιλήσει για τη δική του ασεβή και εριστική συμπεριφορά, ενώ ο Αγαμέμνονας προβάλλεται ως αλαζόνας, υβριστικός, βίαιος, υπαίτιος για κάθε είδους συμφορά.

Στους στίχους αυτούς Ο Όμηρος κάνει αναδρομή στο παρελθόν. Ο Αχιλλέας περιγράφει τη μοιρασιά των λαφύρων μετά την κατάκτηση της Θήβας. Η Θέτιδα τα γνωρίζει, αλλά ο ποιητής βάζει τον ήρωα να τα εξιστορήσει και για να αισθανθεί ο ίδιος καλύτερα, αλλά και να ενημερώσει όλους εμάς για όσα συνέβησαν πριν φτάσουμε στα γεγονότα των 51 ημερών της Ιλιάδας.

Στ. 394-413: Το αίτημα του Αχιλλέα
Ο ήρωας σαν μικρό παιδί , προστάζει τη μητέρα του να πετάξει στον Όλυμπο και να θερμοπαρακαλέσει το Δία για χάρη του Άλλωστε ο Δίας της χρωστάει μία χάρη από το παρελθόν και ήρθε η ώρα να της την ξεπληρώσει. Η οργή του Αχιλλέα είναι τόσο μεγάλη που μόνο αν δει τους συμπολεμιστές του να οδηγούνται στο θάνατο και τον Αγαμέμνονα να έχει συναισθανθεί το λάθος του, τότε μόνο η δίψα του για εκδίκηση θα πάψει και ο πόνος, το μίσος που νιώθει θα καταλαγιάσουν.
Δεύτερη αναδρομή στο παρελθόν: Πρωταγωνιστές εδώ είναι οι θεοί. Η Ήρα, η Αθηνά και ο Ποσειδώνας θέλουν να δέσουν το Δία. Η Θέτιδα καλεί τον εκατόγχειρα Βριαρέω, ο οποίος κάθεται δίπλα στο Δία και έτσι οι υπόλοιποι θεοί δεν μπορούν να τον πειράξουν.Η αναφορά στο μυθικό παρελθόν που βασίζεται στην παράδοση ή ισως και να είναι κατασκεύασμα του ίδιου του ποιητή, γίνεται για δυο λόγους: 1. Η Θέτιδα πείθεται ότι έχει κάθε δικαίωμα να ζητήσει οποιαδήποτε χάρη από το Δία 2.Όλοι καταλαβαίνουμε πως ο Δίας δε θα μπορέσει να της αρνηθεί αυτή τη χάρη και σύντομα οι Τρώες θα υπερτερούν στη μάχη.

Στ. 414-431: Η απάντηση της Θέτιδας
Όση ώρα μιλά ο Αχιλλέας, η Θέτιδα κλαίει. Προτιμά ο γιος της να απέχει από τη μάχη και έτσι να παραμείνει ζωντανός , παρά να απολαμβάνει τις επίγειες τιμές. Γνωρίζει παρ’ όλα αυτά, πως το πεπρωμένο του γιου της έχει ήδη γραφτεί. Υπόσχεται όμως στον Αχιλλέα ότι θα μεταφέρει τις επιθυμίες του στο Δία ελπίζοντας να εισακουστούν. Παράλληλα τον συμβουλεύει να αποτραβηχτεί από τη μάχη για να δείξει στους Αχαιούς το μέγεθος της οργής του. Του αναφέρει, ότι όταν επιστρέψει ο Δίας από το δωδεκαήμερο ταξίδι του από τη γη των Αιθιόπων θα τον ικετεύσει ελπίζοντας ότι όλα θα πάνε κατ’ ευχήν.
Αναδρομή στο παρελθόν :Για μια ακόμη φορά οι θεοί παρεμβαίνουν. Η εμφάνιση της Θέτιδας και η δεύσμευσή της απέναντι στον Αχιλλέα θα αλλάξει την κανονική ροή των πραγμάτων. Ο Δίας θα παρέμβει τελικά και θα ανατρέψει τα ως εκείνη δεδομένα. Χάρη σ’ αυτόν οι Τρώες θα αρχίσουν να νικούν και οι Αχαιοί να χάνονται
ΡΑΨΩΔΙΑ Α

Στίχοι: 246-306

Περίληψη

Ο Αχιλλέας πετάει το σκήπτρο του και κάθεται. Τότε παρεμβαίνει ο Νέστορας, ο βα¬σιλιάς της Πύλου, λέγοντας πόσο θα χαίρονταν οι Τρώες αν γνώριζαν τη διαμάχη με¬ταξύ τους. Καλεί ν’ακούσουν τις συμβουλές του, όπως έκαναν στο παρελθόν άνδρες πιο άξιοι από αυτούς. Ο σεβάσμιος γηραιός βασιλιάς συμβουλεύει τον Αγαμέμνονα να μην πάρει τη Βρισηίδα και τον Αχιλλέα να μην εναντιώνεται στον Ατρείδη, αφού ο Δίας ήταν αυτός που του έδωσε τη βασιλική εξουσία. Ο Αγαμέμνονας λέει ότι δεν ανέχεται τον Αχιλλέα , επειδή θεωρεί τον εαυτό του ανώτερο από τους άλλους, μιας και οι θεοί τον έκαναν καλό πολεμιστή. Ο Αχιλλέας του απαντά ότι στο εξής δε θα ακούει τις εντολές του και αν θέλει να πάρει τη Βρισηίδα εκείνος δε θα αντιδράσει καθόλου, αν όμως πειράξει κάτι άλλο από όσα του ανήκουν, θα τον σκοτώσει.

Ανάλυση στίχων

Στ. 246-253: Οι αντιδράσεις του Αγαμέμνονα και του Αχιλλέα. Η παρουσίαση του Νέστορα από τον ποιητή.
Η κίνηση του Αχιλλέα και η αιτιολόγησή της.
Ο Αχιλλέας μετά τα οργισμένα λόγια που ξεστόμισε και το βαρύ όρκο, πετά με μεγάλη δύναμη το βασιλικό σκήπτρο στο χώμα, θέλοντας με αυτή τη συμβολική κίνηση να δείξει στους παρόντες βασιλιάδες ότι ελάχιστα εκτιμά τις απόψεις τους περί αισθήματος δικαίου και δικαιοσύνης
Η εμφάνιση του Νέστορα
Εκείνη την κρίσιμη στιγμή καταλυτική είναι η παρέμβαση του βασιλιά της Πύλου, Νέστορα. Ο ποιητής παραθέτει τα χαρίσματα του γέρο- πολέμαρχου λεπτομερώς επιδεικνύοντας τον απόλυτο σεβασμό προς το πρόσωπό του αλλά και το σημαντικό ρόλο του.Αναφέρει λοιπόν ότι ο συγκεκριμένος βασιλιάς έχει επιτύχει με τη γλυκύτητα των λόγων του, την πραότητα και τη σοφία του να αναδειχθεί σε πατριαρχική μορφή τόσο στο στρατόπεδο των Αχαιών όσο και στην πατρίδα του, την Πύλο.

Στ. 254-274: Τα επιχειρήματα του Νέστορα
Ο λόγος του Νέστορα είναι παραινετικός- συμβουλευτικός και διακρίνεται για τη ρητορική του δεινότητα. Διαπιστώνει: 1. Στο στρατόπεδο των Αχαιών επικρατεί λύπη και σιωπή μετά τη φιλονικία των δύο ανδρών. 2. Βάζει τους δύο άνδρες να σκεφτούν τις συνέπειες των πράξεων τους. Η εικόνα της πανηγυρικής χαράς που θα επικρατήσει στο στρατόπεδο των Τρώων, όταν μαθευτεί η αποχώρηση του Αχιλλέα και γενικότερα η φιλονικία των δύο αρχηγών, πρέπει να τους προβληματίσει.3. Επίσης προσπαθεί να τους κολακέψει εξαίροντας τόσο τις πολεμικές ικανότητες , όσο και την ξεχωριστή ηγετική προσωπικότητα του καθενός. 4. Επιπλέον τους προτρέπει να σεβαστούν την άποψή του αλλά και τα λευκά του μαλλιά ,δείγμα των εμπειριών και της σοφίας που διαθέτει, καθώς εκείνοι είναι πολύ νέοι 5. Τέλος για να τεκμηριώσει τα λεγόμενά του αναφέρει ένα παράδειγμα από τα μυθολογικά χρόνια, αυτό της Κενταυρομαχίας , που είχε συμμετάσχει και ο ίδιος. Αυτό που θέλει να πετύχει είναι να πείσει τους δύο βασιλιάδες να ακολουθήσουν τις συμβουλές και τις νουθεσίες του, όπως ακριβώς έκαναν σημαντικότεροι από αυτούς άνθρωποι στο παρελθόν.

Στ. 275-285: Οι συμβουλές του Νέστορα
1. Στον Αγαμέμνονα λέει να μην πάρει τη Βρισηίδα, να καταλαγιάσει την οργή του και να ξεχάσει ό,τι έχει γίνει με τον Αχιλλέα. 2. Παροτρύνει τον Αχιλλέα να σταματήσει να φέρεται με αγένεια και ασέβεια στον αρχιστράτηγο και μεγάλο βασιλιά, γιατί η δύναμη και η εξουσία του πηγάζουν από τη θεία βούληση του Δία.Φυσικά επαινεί και τον Αχιλλέα και αναγνωρίζει ότι και ο ίδιος έχει μεγάλη δύναμη , η οποία προέρχεται από τη θεϊκή καταγωγή του, την ανδρεία του και τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του.

Στ. 286-292: Η απάντηση του Αγαμέμνονα
Θέλοντας να κρατήσει μόνο τα θετικά σχόλια προς αυτόν, πιστεύει πως ο Νέστορας μίλησε σωστά και ότι είναι με το μέρος του. Γι’ αυτό κατηγορεί για μία ακόμη φορά τον Αχιλλέα για έπαρση, αλαζονεία , εγωισμό και υπεροψία, ελαττώματα που τον θίγουν προσωπικά και κάνουν τη διαμάχη τους αξεπέραστη. Επίσης τον υποβαθμίζει ακόμη περισσότερο υποστηρίζοντας πως η αντρειοσύνη και η δύναμή του προέρχονται από τους θεούς και μόνο.

Στ. 293-304: Η απάντηση του Αχιλλέα
Ο Αχιλλέας είναι αδιάλλακτος. Ξεκαθαρίζει πως δεν ανήκει πλέον στο στρατόπεδο αυτό και ότι αν συνέχιζε να σκύβει το κεφάλι θα θεωρούσε τον εαυτό του δειλό και αχρείο. Οι στίχοι 287-289 αναδεικνύουν το ατίθασο πνεύμα του, καθώς παρουσιάζουν τον ήρωα να μη δέχεται διαταγές από κανένα θνητό. Στη συνέχεια όμως φαίνεται να υποχωρεί, αφού δέχεται να παραχωρήσει τη Βρισηίδα (στ. 298-300). Ταυτόχρονα κατηγορεί τη συμπεριφορά των υπόλοιπων αρχηγών( στ. 300).Τέλος μέσα σε πλήρη σύγχυση και πολύ θιγμένος και πληγωμένος, απειλεί για μία ακόμη φορά τον Αγαμέμνονα αν θελήσει με τη βία να του πάρει οτιδήποτε άλλο του ανήκει.

Στ. 305-306: Η διάλυση της συνέλευσης των Αχαιών

Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2011

ΕΛΕΝΗ ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΕΦΕΡΗ

Γιώργος Σεφέρης, "Ελένη", Ποιήματα, Αθήνα, Ικαρος, 151985, σσ. 239-242.
ΕΛΕΝΗ
ΤΕΥΚΡΟΣ ... ες γην εναλίαν Κύπρον ου μ' εθέσπισεν
οικείν Απόλλων, όνομα νησιωτικόν
Σαλαμίνα θέμενον της εκεί χάριν πάτρας.
..............................................................
ΕΛΕΝΗ: Ουκ ήλθον ες γην Τρωάδ' , αλλ' είδωλον ήν.
.............................................................
ΑΓΓΕΛΟΣ: Τι φής;
Νεφέλης άρ' άλλως είχομεν πόνους πέρι;
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ,ΕΛΕΝΗ
 
"Τ' αηδόνια δε σ' αφήνουνε να κοιμηθείς στις Πλάτρες''.

Αηδόνι ντροπαλό, μες στον ανασασμό των φύλλων,
σύ που δωρίζεις τη μουσική δροσιά του δάσους
στα χωρισμένα σώματα και στις ψυχές
αυτών που ξέρουν πως δε θα γυρίσουν.
Τυφλή φωνή, που ψηλαφείς μέσα στη νυχτωμένη μνήμη
βήματα και χειρονομίες. δε θα τολμούσα να πω φιλήματα.
και το πικρό τρικύμισμα της ξαγριεμένης σκλάβας.

"Τ' αηδόνια δε σ' αφήνουνε να κοιμηθείς στις Πλάτρες".

Ποιες είναι οι Πλάτρες; Ποιος το γνωρίζει τούτο το νησί;
Έζησα τη ζωή μου ακούγοντας ονόματα πρωτάκουστα:
καινούργιους τόπους, καινούργιες τρέλες των ανθρώπων
ή των θεών.
η μοίρα μου που κυματίζει
ανάμεσα στο στερνό σπαθί ενός Αίαντα
και μιαν άλλη Σαλαμίνα
μ' έφερε εδώ σ' αυτό το γυρογιάλι.
Το φεγγάρι
βγήκε απ' το πέλαγο σαν Αφροδίτη.
σκέπασε τ' άστρα του Τοξότη, τώρα πάει να 'βρει
την καρδιά του Σκορπιού, κι όλα τ' αλλάζει.
Πού είναι η αλήθεια;
Ήμουν κι εγώ στον πόλεμο τοξότης.
το ριζικό μου, ενός ανθρώπου που ξαστόχησε.

Αηδόνι ποιητάρη,
σαν και μια τέτοια νύχτα στ' ακροθαλάσσι του Πρωτέα
σ' άκουσαν οι σκλάβες Σπαρτιάτισσες κι έσυραν το θρήνο,
κι ανάμεσό τους-ποιος θα το 'λεγε-η Ελένη!
Αυτή που κυνηγούσαμε χρόνια στο Σκάμαντρο.
Ήταν εκεί, στα χείλια της ερήμου. την άγγιξα, μου μίλησε:
"Δεν είν' αλήθεια, δεν είν' αλήθεια" φώναζε.
"Δεν μπήκα στο γαλαζόπλωρο καράβι.
Ποτέ δεν πάτησα την αντρειωμένη Τροία".

Με το βαθύ στηθόδεσμο, τον ήλιο στα μαλλιά, κι αυτό
το ανάστημα
ίσκιοι και χαμόγελα παντού
στους ώμους στους μηρούς στα γόνατα.
ζωντανό δέρμα, και τα μάτια
με τα μεγάλα βλέφαρα,
ήταν εκεί, στην όχθη ενός Δέλτα.
Και στην Τροία;
Τίποτε στην Τροία-ένα είδωλο.
Έτσι το θέλαν οι θεοί.
Κι ο Πάρης, μ' έναν ίσκιο πλάγιαζε σα να ήταν πλάσμα
ατόφιο.
κι εμείς σφαζόμασταν για την Ελένη δέκα χρόνια .

Μεγάλος πόνος είχε πέσει στην Ελλάδα.
Τόσα κορμιά ριγμένα
στα σαγόνια της θάλασσας στα σαγόνια της γης.
τόσες ψυχές
δοσμένες στις μυλόπετρες, σαν το σιτάρι.
Κι οι ποταμοί φουσκώναν μες στη λάσπη το αίμα
για ένα λινό κυμάτισμα για μια νεφέλη
μιας πεταλούδας τίναγμα το πούπουλο ενός κύκνου
για ένα πουκάμισο αδειανό, για μιαν Ελένη.
Κι ο αδερφός μου;
Αηδόνι αηδόνι αηδόνι,
τ' είναι θεός; τι μη θεός; και τι τ' ανάμεσό τους;

"Τ' αηδόνια δε σ' αφήνουνε να κοιμηθείς στις Πλάτρες".

Δακρυσμένο πουλί,
στην Κύπρο τη θαλασσοφίλητη
που έταξαν για να μου θυμίζει την πατρίδα,
άραξα μοναχός μ' αυτό το παραμύθι,
αν είναι αλήθεια πως αυτό είναι παραμύθι,
αν είναι αλήθεια πως οι άνθρωποι Δε θα ξαναπιάσουν
τον παλιό δόλο των θεών.
αν είναι αλήθεια
πως κάποιος άλλος Τεύκρος, ύστερα από χρόνια,
ή κάποιος Αίαντας ή Πρίαμος ή Εκάβη
ή κάποιος άγνωστος, ανώνυμος που ωστόσο
είδε ένα Σκάμαντρο να ξεχειλάει κουφάρια,
δεν το 'χει μες στη μοίρα του ν' ακούσει
μαντατοφόρους που έρχουνται να πούνε
πως τόσος πόνος τόση ζωή
πήγαν στην άβυσσο
για ένα πουκάμισο αδειανό για μιαν Ελένη.
θελετε να μάθετε τα νέα του Υπουργείου παιδείας;

Τρίτη 11 Οκτωβρίου 2011

ΡΑΨΩΔΙΑ Α

Στ. 189-245

Περίληψη

Ο Αχιλλέας προσβεβλημένος και οργισμένος σκέφτεται αν πρέπει να τραβήξει το σπαθί του και να σκοτώσει τον Αγαμέμνονα ή να συγκρατη­θεί. Τότε κατεβαίνει από τον ουρανό η Αθηνά σταλμένη από την Ήρα. Ο Αχιλλέας την αναγνωρίζει και της λέει ξεκάθαρα ότι θα σκοτώσει τον Αγαμέμνονα. Η θεά τον συμβουλεύει να μην το κάνει και να ξεσπάσει μόνο με λόγια. Του υπόσχεται ότι θα έρθει η μέρα που γι’ αυτή την ύβρη θα πάρει πολλά δώρα. Ο Αχιλλέας ακούει τη θεά και απευθύνεται με σκληρά λόγια στον Αγαμέμνονα. Κατόπιν σηκώνει το σκήπτρο του και προβλέπει ότι κάποια μέρα, όταν ο Έκτορας θα τους σκοτώσει, οι Αχαιοί θα τον αποζητήσουν και ο Αγαμέμνονας δε θα μπορεί να τους βοηθήσει.

Ανάλυση

Στ. 189-193: Το δίλημμα του Αχιλλέα
Ο Αχιλλέας αντιμετωπίζει ένα μεγάλο δίλημμα: να σκοτώσει τον Αγαμέ­μνονα και να αποκαταστήσει την τιμή του (αν και θα γίνει φονιάς) ή να κατευνάσει το θυμό του και να δείξει μεγαλοψυχία ( αν και θα φανεί ητ­τημένος). Αρχικά φαίνεται να επικρατεί το ένστικτο του πολεμιστή και είναι έτοιμος να τραβήξει το σπαθί του και να εξαγνίσει την προσβολή.

Στ. 194-199: Η εμφάνιση της θεάς Αθηνάς
Την κρίσιμη στιγμή σαν από μηχανής θεός παρεμβαίνει η Αθηνά ύστερα από εντολή της Ήρας, πείθοντας τον Αχιλλέα να μην προβεί σε φόνο και να υπακούσει στο θέλημα της θεάς. ( Την Αθηνά τη βλέπει μόνο ο Αχιλ­λέας).

Στ. 200-206: Η αναγνώριση της Αθηνάς από τον Αχιλλέα
Ο Αχιλλέας ξαφνιάζεται όταν βλέπει την Αθηνά. Την αναγνωρίζει αμέ­σως και της θέτει δύο ερωτήματα που αποκαλύπτουν την ψυχολογική του κατάσταση. Γνωρίζει πως η παρουσία της θεάς οφείλεται στην αδικία του αρχιστράτηγου, γι’ αυτό και ο ίδιος θέλει να τον τιμωρήσει παραδειγμα­τικά.

Στ. 207-215: Οι συμβουλές και οι υποσχέσεις της Αθηνάς
Η θεά έχει έρθει για να ηρεμήσει τον Αχιλλέα. Εντολέας της είναι η Ήρα. Τον συμβουλεύει να εκτονώσει το θυμό του με λόγια και τον διαβεβαιώ­νει για πλουσιοπάροχη αμοιβή στο μέλλον αν υπακούσει. Τέλος του υπο­γραμμίζει την υποχρέωσή του να σεβαστεί τα θεία λεγόμενα και να μη χάσει την αυτοσυγκράτησή του.
Στ. 216-223: Η αποδοχή των συμβουλών και η αποχώρηση της θεάς
Ο ήρωας με ευσέβεια υπακούει στη θέληση των θεών. Στους στ. 218-219 γίνεται φανερή η αντίληψη ότι οι θεοί βοηθούν αυτούς που δέχονται αδι­αμαρτύρητα τις προσταγές τους. Έτσι η θεά αποχωρεί, αφού έχει εκπλη­ρώσει την αποστολή της.

Στ. 224-233: Τα σκληρά λόγια του Αχιλλέα στον Αγαμέμνονα
Ο ήρωας απευθύνεται  στον Αγαμέμνονα με βρισιές και ακραίους χαρα­κτηρισμούς. Η οργή του είναι τόσο μεγάλη που φτάνει στο σημείο να τον αποκαλέσει δειλό, λέγοντας πως δεν βρέθηκε ποτέ στην πρώτη γραμμή της μάχη, ούτε ηγήθηκε ποτέ των πολεμάρχων σε ενέδρα κατά των εχθρών. Αντίθετα υπερηφανεύεται μόνο για τη θεϊκή καταγωγή του και τη δύναμή του κλέβοντας τα πολεμικά λάφυρα από αυτούς που τολμούν να του εναντιωθούν. Ακόμη στρέφεται και εναντίον όλων των Αχαιών που δεν αντιδρούν καθόλου αλλά παρακολουθούν αμήχανοι την άδικη συμπεριφορά του βασιλιά σαν «άξιοι υπήκοοι».

Στ. 234-245: Ο όρκος και οι προβλέψεις του Αχιλλέα
Μετά τις βρισιές ο Αχιλλέας ορκίζεται μπροστά στο σύμβολο της επί­γειας εξουσίας του ( το ραβδί του) ότι αν αυτό ανθίσει τότε μόνο θα ξα­ναμπεί στη μάχη, υποδηλώνοντας μ’αυτό τον τρόπο το αμετάκλητο της απόφασής του. Έπειτα προχωρεί σε μία σειρά από προβλέψεις σχετικά με τις συνέπειες της αποχώρησής του, όπως το θάνατο πλήθους Αχαιών από τον μεγάλο αντίπαλό τους τον Έκτορα. Τέλος παρουσιάζεται βέβαιος ότι δε θα αργήσει η μέρα που οι Αχαιοί θα τον παρακαλέσουν ικετευτικά να τους βοηθήσει και τότε εκείνος θα αρνηθεί, ώστε και αυτοί και ο Αγαμέ­μνονας να καταλάβουν το λάθος τους και το μέγεθος της αδικίας που διέπραξαν εις βάρος του.(αναδρομή στο μέλλον)

Η επέμβαση των θεών και ο ρόλος τους στη ζωή των ανθρώπων

Στην ενότητα αυτή έχουμε την εμφάνιση μιας θεάς μπροστά σε άνθρωπο (επιφάνεια) με την πραγματική της υπόσταση, τη θεϊκή. Βλέπουμε ακόμη πως ο Αχιλλέας νιώθει δέος με την απρόσμενη εμφάνιση, ξαφνιάζεται, αλλά δεν τη προσκυνά. Αντίθετα της μιλάει όπως θα έκανε σε κάθε δια­κεκριμένο άνθρωπο- όχι θεό. Αυτό δε σημαίνει ότι δεν τη σέβεται. Άλ­λωστε στα ομηρικά χρόνια η επικρατούσα αντίληψη ήταν ότι ο άνθρωπος καθόριζε την πορεία της ζωής του με τις πράξεις του, τις επιλογές και τα λάθη του. Επίσης πάντα προσπαθεί  να πάρει τους αθάνατους με το μέρος του ή τουλάχιστον να μην τους εξοργίσει, γι’ αυτό τους προσφέρει θυ­σίες.    
     
Ραψωδία Α  - 

Στίχοι 106-188

Περίληψη

Ο Αγαμέμνονας οργίζεται με το μάντη Κάλχα και του μιλάει σκληρά, λέ­γοντας ότι ποτέ δεν του έχει φέρει καλά νέα. Επειδή όμως προτεραιότητά του είναι το κοινό καλό, δέχεται να επιστρέψει τη Χρυσηίδα,αλλά ζητάει να του δοθεί άλλο δώρο. Ο Αχιλλέας του εξηγεί ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει γιατί όλα τα λάφυρα έχουν ήδη μοιραστεί. Του υπόσχεται, όμως, ότι όταν πάρουν την Τροία θα έχει τα περισσότερα. Ο Αγαμέμνονας δε δέχε­ται και απειλεί ότι θα πάρει βίαια το δώρο κάποιου άλλου αρχηγού. Τότε ο Αχιλλέας του εκτοξεύει βαρύτατους χαρακτηρισμούς και απειλεί ότι θα αποχωρήσει από τον πόλεμο. Ο Αγαμέμνονας οξύνει περισσότερο τα πνεύματα προτρέποντας τον Αχιλλέα να φύγει, δηλώνοντας ότι θα πάρει τη Βρισηίδα για να δείξει σε όλους ότι είναι ανώτερός του.

Ανάλυση στίχων

Στ. 106-121: Οι κατηγορίες του Αγαμέμνονα για τον Κάλχα,η υπόσχεση απόδοσης της Χρυσηίδας και η απαίτηση άλλου δώρου
Ο Αγαμέμνονας είναι εξοργισμένος. Θυμάται όσα έγιναν στην Αυλίδα και στρέφεται εναντίον του μάντη, αφού δεν μπορεί να στραφεί εναντίον του Απόλλωνα.Κατόπιν παραθέτει τα κάλλη και τις αρετές της Χρυσηί­δας, υπονοώντας ότι η δύναμή τους τον ανάγκασε να την κρατήσει. Μπαίνει ακόμη και στη διαδικασία της σύγκρισης της σκλάβας με την Κλυταιμνήστρα, λέγοντας ότι η κοπέλα υπερτερεί της βασίλισσας σε όλα. Κατά κάποιο τρόπο προσπαθεί να δικαιολογηθεί, να δείξει ότι τον ενδιέφερε πραγματικά η Χρυσηίδα και ότι τώρα για το κοινό καλό θα παραμερίσει το δικό του συμφέρον και την προσωπική του ευχαρίστηση και τελικά θα επιστρέψει ένα λάφυρο πολύ σημαντικό για εκείνον. Όμως ο αρχιστράτηγος επιθυμεί αντάλλαγμα γι’ αυτή του την υποχώρηση. Απαιτεί την αντιπροσφορά άλλου δώρου, θεωρώντας μάλιστα αυτή του την απαίτηση λογική και πρέπουσα για τη θέση που κατέχει. Εδώ φαίνε­ται καθαρά τι είδους άνθρωπος είναι ο Αγαμέμνονας: εγωιστής, υπερό­πτης, αδιάφορος, νοιάζεται μόνο για τον εαυτό του, άδικος και αυταρχι­κός.

Στ.122-130: Η απάντηση και η αντιπρόταση του Αχιλλέα
Ο ποιητής θέλοντας να κρατήσει τον μάντη μακριά από αντιπαραθέσεις, αφού είναι αντιπρόσωπος του θεού, βάζει τον Αχιλλέα να παίρνει το λόγο. Είναι οργισμένος και αγανακτισμένος με τα λεγόμενα του Αγαμέ­μνονα, προσπαθεί όμως να συγκρατηθεί και να δείξει τον ανάλογο σεβα­σμό. Η επιχειρηματολογία του είναι ρεαλιστική: τα λάφυρα έχουν μοιρα­στεί, αλλά όταν πάρουν την Τροία ο Αγαμέμνονας θα λάβει τετραπλάσια ανταπόδοση. Ο ήρωας χρησιμοποιεί στο λόγο του πρώτο πληθυντικό πρόσωπο, εκφράζοντας έτσι τα αισθήματα και τις σκέψεις του συνόλου των Αχαιών.

Στ.131-148: Η απειλή του Αγαμέμνονα και οι οδηγίες του για την επι­στροφή της Χρυσηίδας
Αρχικά ο Αγαμέμνονας απευθύνεται στον Αχιλλέα με σεβασμό. Ξεκαθα­ρίζει όμως ότι λόγω της θέσης του δεν μπορεί να μείνει δίχως δώρο και μάλιστα ισάξιο με αυτό που παραχωρεί, αλλά ταυτόχρονα και της απόλυ­της αρεσκείας του. Ο λόγος του σιγά- σιγά σκληραίνει. Φτάνει στο ση­μείο να απειλήσει τους παρόντες αρχηγούς ότι θα πάει ο ίδιος στις σκη­νές τους και με τη βία θα πάρει ότι δικαιωματικά του ανήκει. Σαφής λοι­πόν εδώ αποδεικνύεται η μεγαλομανία και η ηγετική παραφροσύνη που χαρακτηρίζει τον Αγαμέμνονα, συμπεριφορά που θα τον οδηγήσει σε άμεση σύγκρουση μαζί τους. Προσπαθώντας να κερδίσει τις εντυπώσεις, σε αυτό το σημείο περιγράφει την επιβλητική και μεγαλοπρεπή επάνοδο της Χρυσηίδας στον πατέρα της, επιδεικνύοντας απόλυτο σεβασμό απέ­ναντι στο θεό και στον ιερέα. Έπειτα ορίζει τον Αχιλλέα ως αποκλειστικό υπεύθυνο για όλη την προετοιμασία αλλά και το ίδιο το ταξίδι της επι­στροφής της κοπέλας.

Στ.149-172: Η απειλή του Αχιλλέα για εγκατάλειψη του πολέμου
Η απάντηση του Αχιλλέα στους προσβλητικούς λόγους του αρχιστράτη­γου  έρχεται σαν χείμαρρος. Χρησιμοποιεί βαρείς χαρακτηρισμούς, του υπενθυμίζει το λόγο που οι Αχαιοί βρίσκονται στην Τροία (αρπαγή της Ελένης), τον κατηγορεί για αχαριστία, για αγνωμοσύνη, τον κατηγορεί ότι πάντα στη μοιρασιά των λαφύρων παίρνει τα περισσότερα, ενώ ο ίδιος κάτι πιο μικρό και τέλος απειλεί ότι θα αποχωρήσει από τον πόλεμο και θα επιστρέψει στην πατρίδα του. Νιώθει αδικημένος και ότι δεν τον σέβονται, αφού δεν του αποδίδουν τιμές ανάλογες με την προσφορά του στον πόλεμο.

Στ.173-188: Η περιφρόνηση του Αχιλλέα από τον Αγαμέμνονα και η δή­λωσή του για την αρπαγή της Βρισηίδας
Με τον τρίτο λόγο του ο Αγαμέμνονας δείχνει ξεκάθαρα την αδιαφορία του για όσα είπε ο Αχιλλέας.Ούτε θα τον παρακαλέσει να παραμείνει ούτε τον έχει ανάγκη. Πιστεύει ότι κανείς από τους αρχηγούς δε θα τον ακολουθήσει και ότι θα σεβαστούν τη δική του θέληση σεβόμενοι το αξίωμα του. Μάλιστα τοποθετεί το Δία στους συμμάχους του. Επίσης κατηγορεί τον Αχιλλέα για επιθετική συμπεριφορά και εριστικότητα . Προσπαθεί να τον ταπεινώσει αναφέροντας πώς ό,τι είναι το οφείλει στην επέμβαση των θεών. Μάλιστα θα πάρει το δικό του δώρο, δηλαδή τη Βρισηίδα. Τέλος στρέφεται εναντίον όλων θέλοντας να δείξει ξεκάθαρα
ΡΑΨΩΔΙΑ Α

Στ. 54-105

Περίληψη

Η συνέχιση του λοιμού ανάγκασε τον Αχιλλέα να συγκαλέσει συνέλευση των Αχαιών. Μιλώντας πρώτος, πρότεινε να τους εξηγήσει ένας μάντης το λόγο που ο Απόλλωνας ήταν θυμωμένος μαζί τους, καθώς και να τους συμβουλεύσει για τον τρόπο που θα τον εξευμενίσουν. Ο μάντης Κάλχας αρχικά δίστασε να μιλήσει, φο­βούμενος μήπως προκαλέσει την οργή του Αγαμέμνονα, αλλά ο Αχιλλέας υποσχέ­θηκε να τον προστατεύσει. Τότε ο μάντης αποκάλυψε ότι ο λοιμός οφείλεται στην άρνηση επιστροφής της Χρυσηίδας στον πατέρα της. Ο Αγαμέμνονας όταν άκουσε να ξεστομίζει αυτά τα λόγια οργίστηκε.

Ανάλυση στίχων

Στ. 54-57: Σύγκληση συνέλευσης των Αχαιών από τον Αχιλλέα
Η τιμωρία του Απόλλωνα θερίζει το στρατόπεδο των Αχαιών για εννέα ημέρες. Σε ένα μόνο στίχο ο ποιητής συνοψίζει το κακό που βρήκε τους Δαναούς. Τα πράγματα έχουν οδηγηθεί σε αδιέξοδο προοικονομώντας έτσι τη συνάθροιση των Αχαιών από τον Αχιλλέα. (Αυτό γίνεται με υπό­δειξη της Ήρας, που τάσσεται φανερά με τους Αχαιούς.

Στ. 58-68: Η πρόταση του Αχιλλέα για ανεύρεση της αιτίας του θυμού του Απόλλωνα
Η αρχή της συνέλευσης γίνεται από τον Αχιλλέα και όχι από τον Αγαμέ­μνονα. Ο ποιητής θέλει να τονίσει την ηγετική προσωπικότητα του Πη­λείδη, όχι μόνο ως πολεμιστή, αλλά και ως άντρα με υψηλό φρόνημα και κύρος. Ο Αχιλλέας στην προσφώνησή του αποκαλεί τον Αγαμέμνονα ‘Ατρείδη’, θέλοντας να δείξει το σεβασμό του στο πρόσωπό του και στη θέση του. Στη συνέχεια παρουσιάζει την κατάσταση, η οποία έχει φτάσει στο απροχώρητο και επιβάλλει την παρουσία ενός μάντη. Κλείνοντας, αναρωτιέται για το πού είχαν κάνει λάθος απέναντι στο θεό και για το πώς  μπορούν να επανορθώσουν.

Στ. 69-84: Ο φόβος του μάντη Κάλχα
Η παρουσίαση του μάντη γίνεται με μεγάλο στόμφο, μεγαλοπρέπεια και ιερή κατάνυξη. Έχει το χάρισμα της ενόρασης των πάντων. Εξάλλου οι Αχαιοί πατούν τα χώματα της Τροίας χάρη στις μαντικές του ικανότητες, τις οποίες οφείλει στον Απόλλωνα. Με το επίθετο «καλοπροαίρετα» δια­σφαλίζεται η ειλικρίνεια και η καλή πρόθεση των λόγων που πρόκειται να ξεστομίσει. Ο μάντης γνωρίζει ότι τα λόγια του θα στενοχωρήσουν τον Αγαμέμνονα. Δε θα είναι άλλωστε η πρώτη φορά, αφού ο ίδιος είχε προβλέψει ότι για να ξεκινήσει η Τρωϊκή εκστρατεία έπρεπε ο αρχιστρά­τηγος να θυσιάσει στην Αυλίδα την κόρη του Ιφιγένεια. Γι’αυτό το λόγο ζητά προστασία.

Στ. 85-92: Οι διαβεβαιώσεις του Αχιλλέα για προστασία του μάντη
Ο Αχιλλέας με ένα αίσθημα παλικαριάς και αυτοπεποίθησης, υπόσχεται προστασία στο μάντη. Τα λόγια του, γεμάτα δύναμη και υπεροψία, προ­καλούν αμέσως τον Αγαμέμνονα, προοικονομώντας τη σφοδρή σύ­γκρουση που θα επακολουθήσει μεταξύ των δύο ανδρών.

Στ. 93-101: Οι αποκαλύψεις του μάντη
Μετά τη δήλωση προστασίας από τον Αχιλλέα, ο μάντης αποκαλύπτει την αιτία του κακού. Ένοχος είναι ο Αγαμέμνονας που ταπείνωσε το Χρύση και αδιαφόρησε για τις ικεσίες του. Οι προτάσεις του Κάλχα είναι οι εξής: 1. Η Χρυσηίδα να επιστραφεί χωρίς την παροχή λύτρων (άλυ­τρη) και χωρίς την παραμικρή εξαγορά ( ανεξαγόραστη). 2. Να τελεστεί πλουσιοπάροχη θυσία (εκατόμβη). Ο Κάλχας στο τέλος του λόγου του δεν επιβεβαιώνει ότι θα συγχωρεθούν οι Αχαιοί από το θεό ακόμη κι αν ακολουθήσουν πιστά τις οδηγίες του, καταδεικνύοντας έτσι το μέγεθος της αμαρτίας και της θεϊκής οργής που αυτή προκάλεσε.

Στ. 102-105: Τα συναισθήματα του Αγαμέμνονα
Τα λόγια του μάντη μετέτρεψαν την ψυχή του βασιλιά σε ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί. Είναι εξοργισμένος και έτοιμος να ξεσπάσει
ΡΑΨΩΔΙΑ Α
ΣΤΙΧΟΙ 1-53

Περίληψη

Ο ποιητής καλεί τη Μούσα να τραγουδήσει την οργή του Αχιλλέα που προκάλεσε στους Έλληνες πολλές συμφορές. Έπειτα εξηγεί τις αιτίες της οργής αυτής. Ο Χρύσης , ο ιερέας του Απόλλωνα, πήγε με λύτρα στο στρατόπεδο των Αχαιών και τους παρακάλεσε να του επι­στρέψουν την κόρη του, Χρυσηίδα. Οι Αχαιοί δέχτηκαν, όμως ο Αγαμέμνονας αρνήθηκε και έδιωξε το Χρύση. Τότε εκείνος παρακάλεσε τον Απόλλωνα να τιμωρήσει τους Αχαιούς.
Ο θεός τότε οργισμένος άρχισε να σκοτώνει με τα βέλη του τα ζώα και το στρατό.


               Νοηματική επεξεργασία

Στ. 1-7.  Επίκληση στη Μούσα

Αποτελεί στερεότυπο, όπως συμβαίνει σε ένα επικό προοίμιο. Λόγοι επίκλησης: α. Ο ποιητής επιζητά τη θεϊκή ενέργεια για να μπορέσει να αποκαλύψει όλα όσα θα συμβούν. β. Μόνο με τη θεϊκή έμπνευση το έργο του θα αποκτήσει εγκυρότητα και θα γίνει πιστευτό.

               Το θέμα του έπους

Από την αρχή ο ποιητής μας παραθέτει το κεντρικό θέμα γύρω από το οποίο θα πλεχθεί η πλοκή όλου του έπους: ο τρομερός θυμός του Αχιλλέα, ο οποίος προκλήθηκε όταν ο Αγαμέ­μνονας του πήρε τη δική του σκλάβα, τη Βρησηίδα. Εδώ ο ποιητής εφαρμόζει την τεχνική “in media res”: η αφήγησή του ξεκινάει όχι από το 1ο  αλλά από το 10ο έτος του Τρωικού πολέ­μου, τότε που ξεσπά η οργή του Αχιλλέα.

               Οι συνέπειες της οργής

Ο ποιητής παρουσιάζει μια ανατριχιαστική εικόνα: τα άψυχα πτώματα που γίνονται έρμαιο των σκυλιών και των αρπακτικών, κάτι που έρχεται σε αντίθεση και με την ηθική και με το θρησκευτικό αίσθημα.

               Η αναφορά στη θέληση του Δία

Ο Κρονίδης, ο Δίας, (θεϊκή βούληση) είναι υπεύθυνος για όσα αφορούν τους ανθρώπους (σε αντίθεση με το προοίμιο της Οδύσσειας, όπου οι σύντροφοι του Οδυσσέα χάθηκαν από δικό τους λάθος. Επίσης η θέληση του Δία παραπέμπει στην εκπλήρωση της υπόσχεσης που έδωσε στη Θέτιδα, ότι όσο ο γιός της απουσιάζει από το πεδίο της μάχης θα επικρατούν οι Τρώες ως φόρος τιμής στην αξία του Αχιλλέα. Η φράση  « απ’ οτ’ εφιλονίκησαν κι εχωριστήκαν» μας δίνει τη χρονική έναρξη της αφήγησης. Ακόμη, εδώ εμφανίζονται και τα πρόσωπα που θα πρωταγωνιστήσουν: ο αρχιστράτηγος Αγαμέμνονας και ο Αχιλλέας.

Στ. 8-11.  Η επέμβαση του Απόλλωνα και οι αιτίες που την προκάλεσαν

Εδώ επιτυγχάνεται η σύνδεση του προοιμίου με την αφήγηση .Ο θεός εξοργισμένος με την προσβλητική συμπεριφορά του Αγαμέμνονα προς τον ιερέα του Χρύση, εκδικήθηκε τον αρ­χιστράτηγο εξαπολύοντας φοβερό θανατικό στο στρατό του. Οι θεοί επεμβαίνουν στα ανθρώ­πινα αλλά η πρωταρχική ευθύνη ανήκει στους ανθρώπους. Δηλαδή, οι ενέργειες του Απόλ­λωνα (λοιμός) ήρθαν ως απάντηση – συνέπεια στην άσεμνη συμπεριφορά του Αγαμέμνονα προς το Χρύση.

Στ. 12-22.  Ο  ερχομός του Χρύση και το αίτημά του

Αρχικά προβάλλεται η εικόνα του στρατοπέδου των Αχαιών δίπλα στη θάλασσα, καθώς και των γρήγορων ελληνικών πλοίων, όπου εδώ και 10 χρόνια μένουν αραγμένα στο γιαλό.

                  Η εμφάνιση του Χρύση

Ο Χρύσης εμφανίζεται έχοντας διπλό ρόλο. Ως πατέρας, που προσπαθεί με λύτρα να εξαγο­ράσει την ελευθερία της κόρης του και ως ιερέας του Απόλλωνα. Τα ιερά σύμβολα που φέρει μαζί του ( χρυσό σκήπτρο με μάλλινη ταινία στην κορυφή) υποδηλώνουν ότι ο ιερέας περι­βάλλεται από θεϊκή εξουσία που θα πρέπει να τύχει ανάλογου σεβασμού.

                  Δομή του λόγου του Χρύση

Απευθύνεται στο σύνολο των Αχαιών, κυρίως όμως στο Μενέλαο και στον Αγαμέ­μνονα. Προσπαθεί από την πρώτη στιγμή να κερδίσει την ψυχολογική εύνοια του ακροατηρίου.
Ο λόγος περιλαμβάνει: Α. Προσφώνηση: στο σύνολο των Αχαιών και στη συνέχεια στον Αγαμέμνονα και τον Μενέλαο. Είναι ηχηρή και κολακευτική. Β. Ευχή: να αλώσουν οι Αχαιοί την Τροία, αλλά και να γυρίσουν ευτυχείς στην πατρίδα. Τραγικό είναι το ότι ο Χρύσης εύχε­ται την καταστροφή της δικής του πατρίδας προκειμένου να ελευθερώσει το παιδί του.
Γ. Αίτημα και προσφορά λύτρων. Δ. Προτροπή για ευλάβεια στον Απόλλωνα: έτσι κλείνει ο λόγος του. Αν οι Αχαιοί σεβαστούν το θεό, τότε θα έχουν σίγουρα κερδίσει την εύνοιά του, αν όμως αδιαφορήσουν, τότε θα τον βρουν απέναντί τους.

Στ. 23-33.  Η αντίδραση των Αχαιών και του Αγαμέμνονα

 Οι Αχαιοί ίσως από φόβο επιδοκιμάζουν τα λόγια του Χρύση.
Ο Αγαμέμνονας αδιαφορώντας για τη θέληση των υπολοίπων με βάναυσο και ατιμωτικό τρόπο απορρίπτει τον Χρύση και την ικεσία του. Στρέφεται εναντίον των θεών, του Απόλ­λωνα και ολόκληρου του στρατεύματος. Του λέει να φύγει, να μην ελπίζει στην επιστροφή της κόρης του, τον προειδοποιεί να μην τον θυμώνει και να αποχωρήσει άμεσα. Ο λόγος του είναι προσβλητικός και αυταρχικός γιατί: 1) δε σέβεται τη θέληση του στρατού 2) την ηλικία του Χρύση 3) την ιδιότητά του ως ιερέα του Απόλλωνα- δε σκέφτεται ότι προκαλεί την οργή του θεού – φτάνει στο σημείο να απειλεί ακόμη και τη σωματική ακεραιότητα ενός ανθρώπου

Στ.34-43.     Η προσευχή του Χρύση στον Απόλλωνα

Α. Επίκληση: «άκουσέ με».
Β. Προσφώνηση: αναφέρεται σε γνωστές ιδιότητες του θεού για να τον τιμήσει («αργυρότοξε», «προστάτη»…..)
Γ. Υπενθύμιση των προσφορών του ιερέα προς το θεό. Έχει χτίσει ναό προς τιμή του, έχει θυσιάσει ταύρους και ερίφια για να τον ευχαριστήσει, γι’ αυτό περιμένει ανταπόδοση σε ό,τι αυτός ζητάει.
Δ. Διατύπωση του αιτήματος: Ζητάει από τον Απόλλωνα να ρίξει τα βέλη του στους Δα­ναούς, γιατί μόνο έτσι θα τους εκδικηθεί για τα δάκρυα που του προκάλεσαν.Έτσι η προσευχή του ουσιαστικά μετατρέπεται σε κατάρα.

Στ.44-53.  Ο Απόλλωνας εκδικείται για χάρη του Χρύση

Η αντίδραση- συγκατάβαση του Απόλλωνα στην ικεσία του Χρύση είναι άμεση. Ο θεός είναι θυμωμένος- χολωμένος και το μέλλον των Αχαιών προδιαγράφεται δυσοίωνο. Ο Απόλλωνας εξορμά εναντίον των Αχαιών και σκοτώνει τα σκυλιά, τα μουλάρια και τελικά τους ανθρώ­πους.

Χαρακτηρισμός προσώπων

Χρύσης: στοργικός πατέρας, δεν είναι καθόλου εγωιστής, περήφανος και υπερόπτης, αφού εύχεται ακόμη και την καταστροφή της πατρίδας του για να σώσει το παιδί του, ευγενικός στο λόγο του, σεβάσμιος  στη μορφή του, έξυπνος, άψογος διπλωμάτης, μεγαλοπρεπής-λόγω εμ­φάνισης και κύρους-αλλά ταυτόχρονα ταπεινός και προσεχτικός-λόγω της σπουδαιότητας της αποστολής του- στο τέλος όμως ζητά την παραδειγματική αλλά και σκληρή τιμωρία των Αχαιών ως εκδίκηση για την αδικία και το κακό που του προκάλεσαν.

Αγαμέμνονας: σκληρός, βίαιος, αυταρχικός, απόλυτος, υπερόπτης, αδιάφορος για τη θέληση των Αχαιών, ασεβής προς τον ιερέα και τον Απόλλωνα, βάναυσος, αισχρολόγος, καθόλου προνοητικός και οξυδερκής, αφού δεν αντιλαμβάνεται όσα θα επακολουθήσουν- διαπράττει ύβρη και δε βλέπει ότι θα ακολουθήσει η «νέμεσις» (θεία δίκη).

Αχαιοί: σεβάσμιοι, αυθόρμητοι, αρχικά συμπονούν το γέροντα, αλλά τελικά αποδεικνύονται ανήμποροι και ανίκανοι να αντιδράσουν μπροστά στην επιβλητική αυταρχικότητα του Αγα­μέμνονα, διατηρώντας στο εξής μια παθητική στάση.

Απόλλωνας: άμεσος, μεγαλοπρεπής, ορμητικός, επιβλητικός, ικανοποιεί το αίτημα του Χρύση και από θεός του φωτός και της μουσικής μετατρέπεται σε άγγελο θανάτου.