Σάββατο 3 Δεκεμβρίου 2011

ΡΑΨΩΔΙΑ Ζ 

 ΣΤΙΧΟΙ: 369-529

ΑΝΑΛΥΣΗ ΣΤΙΧΩΝ

Στ. 369-389: Η αναζήτηση της Ανδρομάχης από τον Έκτορα
Ο Έκτορας έχει ήδη μιλήσει με τον Πάρη. Λίγο πριν βγει στη μάχη λοι-πόν , έχοντας στο μυαλό του ότι ίσως αυτή είναι η τελευταία του ευκαι-ρία να αγκαλιάσει και να φιλήσει τη γυναίκα του και το γιο του, τρέχει να τους δει και να τους αποχαιρετήσει. Ψάχνει να τους βρει στο παλάτι. Όπως όμως μας εκμυστηρεύεται ο ποιητής, η Ανδρομάχη βρίσκεται μαζί με τον Εκτορίδη, το γιο του Έκτορα, Αστυάνακτα και την τροφό στον πύργο. Ο Όμηρος μας κάνει γνώστες αυτού του μυστικού και για να επι-τείνει την αγωνία του αναγνώστη, αλλά και για να δώσει έμφαση στον αντίχτυπο που είχαν τα πολεμικά γεγονότα στους ανθρώπους που έμεναν πίσω. Ο Έκτορας δε γνωρίζει τίποτε από όλα αυτά και ζητά πληροφορίες από μια οικονόμο. Διατυπώνει λοιπόν μια σειρά από άστοχα ερωτήματα, που ενώ είναι εύστοχα και αληθοφανή, στην πραγματικότητα δεν οδη-γούν στη σωστή απάντηση. Ο Όμηρος επέλεξε τη μέθοδο αυτή για να το-νίσει το πού πραγματικά βρίσκεται η Ανδρομάχη εκείνη τη στιγμή και να μεγαλώσει την αγωνία των αναγνωστών. Η οικονόμος τελικά απαντά σε όλες τις άστοχες ερωτήσεις του Έκτορα και δίνει και επιπλέον πληροφο-ρίες. Έτσι του αναφέρει την αιτία που οδήγησε την Ανδρομάχη στα τείχη ( νίκες Αχαιών ) , την ψυχολογική κατάσταση στην οποία βρίσκεται (γε-μάτη αγωνία ) και τέλος ότι δεν είναι μόνη της εκεί, ( με το γιο τους και την τροφό ).

Στ. 390-403: Η συνάντηση Έκτορα – Ανδρομάχης στις Σκαιές πύλες
Ο Έκτορας ανυπομονεί να δει την οικογένειά του. Φτάνοντας, η Ανδρο-μάχη προβάλλει ξαφνικά μπροστά του. Ο Όμηρος, παρατείνοντας την αγωνία όλων μας δεν προχωρά στην αφήγηση της συνάντησής τους, αλ-λά προτιμά να μας δώσει κάποιες πληροφορίες για την καταγωγή της Ανδρομάχης, ενώ για τον Αστυάνακτα μαθαίνουμε ότι ήταν ένα όμορφο μωρό και κάποια επιπρόσθετα στοιχεία για το όνομά του ( Σκαμάνδριο τον αποκαλούσαν οι γονείς του, από τον ποταμό Σκάμανδρο, που λα-τρευόταν ως θεός- προστάτης της πόλης και Αστυάνακτα τον ονόμαζαν οι Τρώες, βασιλιά της πόλης, προς τιμήν του πατέρα του που υπεράσπιζε την Τροία.

Στ. 404-439: Η πρόταση της Ανδρομάχης
Η Ανδρομάχη είναι θλιμμένη και ανήσυχη. Κλαίει, είναι φοβισμένη, γνωρίζει βαθιά μέσα της ότι αυτή είναι η τελευταία φορά που βλέπει τον Έκτορα. Η αγάπη για τον άντρα της την οδηγεί στο να προσπαθήσει να τον πείσει να μην επιστρέψει στη μάχη. Επειδή όμως ξέρει πως ο Έκτο-ρας δε θα την ακούσει, χρησιμοποιεί άλλους τρόπους για να τον μετα-πείσει. Αρχικά του λέει ότι οι Αχαιοί θα ορμήσουν και θα τον σκοτώ-σουν, αφήνοντας έτσι την ίδια χήρα και το παιδί τους ορφανό (προοικο-νομία). Θέλει να τον ταρακουνήσει συναισθηματικά και να του υπενθυ-μίσει ότι δεν έχει χρέος μόνο απέναντι στην πατρίδα, αλλά και απέναντι στην οικογένειά του. Κατόπιν παραθέτει τα δεινά που η ίδια έχει ζήσει, για τα οποία υπεύθυνος είναι ο Αχιλλέας, αφού εκείνος της ξεκλήρισε όλη την οικογένεια (επίκληση στο συναίσθημα). Επαναλαμβάνει το φόβο της ότι θα μείνει χήρα και ο Αστυάνακτας ορφανός, για να τονίσει ξανά αυτή την τραγική προοπτική. Κατά βάθος, παρά τις προσπάθειές της, πα-ρά τους ψυχολογικούς και συναισθηματικούς εκβιασμούς, γνωρίζει ότι ο Έκτορας θα γυρίσει στη μάχη. Η δική της πρόταση λοιπόν είναι να μη φύγει από την Τροία, να πολεμήσει μέσα στην πόλη και να τοποθετήσει στα πιο ευάλωτα σημεία του τείχους τους πιο καλούς του άντρες.

Στ. 440-465: Η απάντηση του Έκτορα
Ο Όμηρος παρουσιάζει τον Έκτορα με τέτοιο τρόπο, ώστε από την πρώ-τη στιγμή, αν και Τρώας, να μας είναι συμπαθής και αγαπητός. Ιδιαίτερα όταν μιλάει στη γυναίκα του με αγάπη και τρυφερότητα, αλλά και από το αίσθημα τιμής που τον διακατέχει. Έτσι εκφράζει την κατανόησή του για όσα είπε η Ανδρομάχη, αλλά δεν πρόκειται να κάνει αυτά που του πρό-τεινε. Αν δεν εμφανιστεί στη μάχη θα είναι υπεύθυνος για όσα θα ακο-λουθήσουν και η κοινωνική κατακραυγή μεγάλη, πράγμα που ισοδυναμεί με ατίμωση. Νιώθει επίσης την υποχρέωση να αυξήσει τη δόξα του πατέ-ρα του και τη δική του. Η αξιοπρέπεια, η τιμή και η υστεροφημία αποτε-λούν σημαντικές αξίες γι’ αυτόν. Ειλικρινής καθώς είναι δε λέει στην Ανδρομάχη ούτε για μια στιγμή ψέματα για να απαλύνει τον πόνο της. Και δικές του προβλέψεις είναι δυσοίωνες για το μέλλον. Η Τροία θα αλωθεί και οι δικοί του θα σκοτωθούν (προοικονομία). Τίποτε όμως δεν τον φοβίζει και δεν τον πληγώνει τόσο όσο η εικόνα της Ανδρομάχης να σύρεται στη σκλαβιά, να αναγκάζεται να υφαίνει αυτή μια βασίλισσα, σαν κοινή δούλα. Τρομάζει στην ιδέα ότι η γυναίκα του θα χάσει την τω-ρινή της δόξα κι εκείνος δε θα μπορεί να κάνει τίποτε για να το αλλάξει αυτό. Συγκινησιακά φορτισμένος, δηλώνει, ότι από το να τα δει όλα αυτά να γίνονται, προτιμά να πεθάνει. Πρόκειται για τον κλασικό ήρωα της ομηρικής εποχής , ο οποίος δε φοβάται τόσο το θάνατο, όσο τη ζωή μέσα στην ταπείνωση.

Στ. 466-484: Ο Έκτορας με το γιο του
Οι δύο σύζυγοι είναι θλιμμένοι. Η ατμόσφαιρα βαριά. Το κλίμα όμως αλλάζει όταν ο Έκτορας σαν πατέρας στρέφεται προς το παιδί του και απλώνει τα χέρια του δείχνοντάς του την αγάπη του. Εκείνο φωνάζει και αρνείται να πάει κοντά του, γιατί τον φοβήθηκε όπως τον είδε με την πε-ρικεφαλαία. Οι δύο σύζυγοι γελούν. Ο Έκτορας βγάζει αμέσως την περι-κεφαλαία, φιλάει τον Αστυάνακτα τρυφερά και τον χορεύει στα πόδια του. Μετά από αυτές τις γλυκιές οικογενειακές στιγμές, στρέφεται προς τους θεούς και παρακαλάει το Δία και όλους τους υπόλοιπους, να κάνουν το γιο του μεγάλο και δυνατό βασιλιά της Τροίας και γενναίο πολεμιστή, όπως άλλωστε ήταν και ο ίδιος. Σαν πατέρας θέλει το παιδί του να τον ξεπεράσει σε αξιοσύνη κι έτσι να δίνει χαρά στη μάνα του. Ονειρεύεται για το γιο του μια ζωή μακροχρόνια και ένδοξη, βλέπει το μέλλον με αι-σιόδοξη διάθεση. Τέλος δίνει τον Αστυάνακτα στην Ανδρομάχη, που από τη μια γελάει με το παιδί που έχει στα χέρια της και από την άλλη κλαίει για τη σκληρή τους μοίρα.

Στ. 484-493: Ο αποχαιρετισμός Έκτορα – Ανδρομάχης
Ο Έκτορας παρουσιάζεται γλυκός και τρυφερός προς τη γυναίκα του και προσπαθεί να την παρηγορήσει. Της λέει ότι δεν πρέπει να στενοχωριέ-ται, γιατί δεν πρόκειται να πεθάνει παρά μόνο όταν έρθει η ώρα του, ό-πως όλοι οι άνθρωποι και καταλήγει μ’ ένα γνωμικό: « ο άνθρωπος είτε ανδρείος είναι είτε δειλός, δεν μπορεί να αποφύγει τη μοίρα του». Άλλος ένας λοιπόν παράγοντας εξίσου σημαντικός με την αξιοσύνη του κάθε πολεμιστή, είναι και η μοίρα που καθορίζει τον τελικό νικητή των μονο-μαχιών και το ποιος θα μείνει ζωντανός. Αν το έχει η μοίρα του γραμμέ-νο να πεθάνει, ο θάνατος θα τον βρει ακόμη και μέσα στο σπίτι του. Στη συνέχεια προτρέπει τη γυναίκα του να πάει στο σπίτι και να ασχοληθεί με τα δικά της έργα: την ηλακάτη, τον αργαλειό και το νοικοκυριό. Της δη-λώνει ξεκάθαρα ότι εκείνος θα πάει να πολεμήσει, γιατί αυτό είναι το κα-θήκον του, όπως το δικό της είναι η φροντίδα του σπιτιού και του παιδιού τους.

Στ. 494-502: Θρήνος για τον Έκτορα
Ο Έκτορας φορά πάλι την περικεφαλαία του και γίνεται ξανά ο ατρόμη-τος πολεμιστής. Η Ανδρομάχη ρίχνοντας κλεφτές ματιές στον άντρα της που απομακρύνεται, είναι σίγουρη πως αυτός βαδίζει προς το θάνατο, ότι δε θα τον ξαναδεί, γι’ αυτό τον κοιτάζει όσο το δυνατόν περισσότερες φορές. Φτάνοντας στο παλάτι βρίσκει και τις άλλες γυναίκες εκεί και ό-λες μαζί αρχίζουν να θρηνούν τον Έκτορα. Οι στίχοι «απ’ τον πόλεμον κι απ’ τ’ ανδρειωμένα χέρια των Αχαιών δε θα σωθεί και δε θα γύρει πλέ-ον» είναι προφητικοί.

Στ. 503-529: Η συνάντηση Πάρη – Έκτορα
Ο Πάρης βρισκόταν στο δωμάτιό του μέχρι που ο Έκτορας πέρασε από εκεί για να του θυμίσει με σκληρά και επικριτικά λόγια την ευθύνη του για όσα συμβαίνουν και το καθήκον του να ξαναπάρει τη θέση του στη μάχη. Ζωσμένος με τον οπλισμό του βαδίζει γρήγορα σαν να έχει φτερά στα πόδια του. Κύρια χαρακτηριστικά του η ορμητικότητα,η περηφάνια, η ομορφιά (λάμπει σαν ήλιος). Συναντάει τον αδερφό του γεμάτος αγω-νία μήπως έχει αργήσει. Ο Έκτορας βλέποντας τον Πάρη να έχει αναλά-βει τις ευθύνες του και να είναι έτοιμος να πολεμήσει, δεν του μιλάει σκληρά. Τον αποκαλεί «γλυκέ μου» για να του δείξει την αγάπη του και αναγνωρίζει την ανδρεία του («ανδρειωμένος είσαι»). Δηλώνει ενοχλη-μένος καθώς αποφεύγει τη μάχη κι έτσι δίνει αφορμή να τον κατηγορή-σουν οι Τρώες, που έχουν μπει στον πόλεμο εξαιτίας του. Όταν όμως τον βλέπει να αναλαμβάνει τις ευθύνες του αισιοδοξεί, ότι με τη θέληση του Δία όλα θα διορθωθούν (έμμεση παράκληση), η πόλη θα σωθεί κι οι Α-χαιοί θα γυρίσουν στην πατρίδα τους. Τότε οι ίδιοι θα μπορούν να χαίρο-νται τη ζωή και να κάνουν θυσίες στους θεούς (ειρωνεία).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου